Ο Θάνατος της Μπελ
Belle

Η ήσυχη ζωή ενός ζευγαριού θα διασαλευτεί, όταν η φιλοξενούμενη, έφηβη κόρη της φίλης τους βρεθεί δολοφονημένη μέσα στο σπίτι τους.
Άνευρο δράμα μυστηρίου που βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Βέλγου συγγραφέα Ζωρζ Σιμενόν, το φιλμ του Μπενουά Ζακό αποτελεί μια εξαιρετικά περίεργη περίπτωση ταινίας, που μπλέκει, εντελώς αναπάντεχα και τη ζωή του ίδιου του σκηνοθέτη, ο οποίος έναν χρόνο πριν βρέθηκε κατηγορούμενος για σεξουαλική παρενόχληση και βιασμό τριών, ανήλικων τότε, πάλαι ποτέ πρωταγωνιστριών του.
Η ιστορία ακολουθεί τον Πιερ (Κανέ), έναν φιλήσυχο καθηγητή μαθηματικών και τη σύζυγό του Κλεά (Γκενσμπούργκ), στον απόηχο της δολοφονίας της Μπελ, της κόρης μιας φίλης της Κλεά, την οποία φιλοξενούσαν. Το πρόβλημα για τους δυο τους και κυρίως για τον Πιέρ θα ξεκινήσει από τη στιγμή που η Μπελ εντοπίζεται νεκρή και γυμνή μέσα στο δωμάτιό της, με τον Πιέρ να αποτελεί τον τελευταίο άνθρωπο που την έχει δει ζωντανή. Η ολοένα και αυξανόμενη στοχοποίησή του θα τον οδηγήσει σε απομόνωση, με την κοινή γνώμη να έχει ήδη προ-αποφασίσει την ενοχή του.
Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα, αν και όχι ολότελα καινούργια, υποθεσιακή βάση εδώ, που θα μπορούσε να λειτουργήσει στα πλαίσια του στησίματος ενός ερωτικού και εν δυνάμει αποδοτικού θρίλερ μυστηρίου, αν το αποτέλεσμα δεν απείχε τόσο πολύ από τις ιδανικές συνθήκες μιας άξια λόγου προσθήκης στο εν λόγω κινηματογραφικό είδος.
Η καλύτερη ιδέα τούτου του φιλμ είναι ο χαρακτήρας του Πιέρ, ο οποίος σε αντίθεση με τα όσα επιτάσσει η κοινή λογική, παρουσιάζεται εδώ ως εντελώς αδιάφορος μπροστά στον θάνατο μιας ανήλικης. Το γεγονός δε πως δεν κάνει σε κανέναν την χάρη – αστυνομία, μέσα ενημέρωσης, οικείο περιβάλλον – να καμωθεί τον ρόλο του θύτη (γιατί όχι και του θύματος;), έχει ως αποτέλεσμα ένα γενικευμένο συμπεριφορικό «βραχυκύκλωμα» από αμφότερες τις πλευρές, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ζουμερού, αν και σύντομου ψυχογραφήματος γύρω από την έννοια της σύγχρονης απάθειας.
Κατά τα άλλα η ταινία πάσχει σε επίπεδο ρυθμού και δυστυχώς η εξέλιξη των χαρακτήρων δεν είναι ανάλογη του ξεκινήματός τους, με τον Πιέρ να καταλήγει σε μια ενοχλητική παρουσία, την ίδια στιγμή που η Κλεά είναι στην καλύτερη περίπτωση συντηρητικά διακοσμητική.
Το ίδιο πρόβλημα εντοπίζεται και ως προς το σενάριο εκεί όπου η δυσκολία διατήρησης του μέτρου είναι πιο εμφανής, με την ταινία να επαναλαμβάνεται μέχρι το αψυχολόγητο τέλος της, μια ακόμη υπενθύμιση πως εάν δεν έχεις περιεχόμενο ικανό να στηρίξει την πλοκή σου, τι να σου κάνει και η αμφίσημη αυλαία.
«Ο Θάνατος της Μπελ» αποτελεί κλασική περίπτωση ταινίας για ελληνικό θερινό, αν μη τι άλλο γιατί είναι μικρή σε διάρκεια και «πατάει» και στην κατηγορία του crime, ένα είδος αρκετά προσφιλές στο εγχώριο κοινό. Πρόκειται για ένα φιλμ που θα χρειαζόταν μια άλλη διαχείριση για να είχε, έστω, την παραμικρή πιθανότητα να αποτελέσει υπολογίσιμη δύναμη απέναντι σε ανάλογες ισπανικές ταινίες μυστηρίου που έχουν την τιμητική τους αυτήν την εποχή.