Μάρκο: Μια Επινοημένη Αλήθεια - ταινιες || cinemagazine.gr

Μάρκο: Μια Επινοημένη Αλήθεια

Marco

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2024
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ισπανία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αϊτόρ Αρέγκι, Τζον Καράνιο
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Αϊτόρ Αρέγκι, Τζον Καράνιο, Χόρχε Xιλ Μουναρίθ, Χοσέ Μαρί Γκοενάγκα
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Έντουαρντ Φερνάντεζ, Ναταλί Πόσα, Τσάνι Μαρτίν, Σόνια Αλμάρχα
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Χαβιέ Αγκίρε
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Αρανσάσου Καγιέχα
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 102'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Weird Wave
    Μάρκο: Μια Επινοημένη Αλήθεια

Στις αρχές του 21ου αιώνα, ο Ενρίκ Μάρκο προεδρεύει της Ένωσης Ισπανών Εκτοπισθέντων από τους Ναζί, δίνει ομιλίες για την εμπειρία του από το στρατόπεδο συγκέντρωσης και απολαμβάνει τιμές από το Κράτος και τους ακροατές του. Ωστόσο κανείς από τους ισχυρισμούς του δεν αληθεύει. Βασισμένο σε πραγματική ιστορία που συντάραξε την Ισπανία πριν 20 χρόνια.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Δεν γνωρίζω εάν πρόκειται για προαιώνια ψυχοπαθολογία ή ίσως για μια πιο μοντέρνα ασθένεια, όμως γεγονός αυταπόδεικτο από αυτά που βλέπουμε γύρω μας παραμένει ότι εν μέσω απαστράπτοντος χαλασμού και οργιώδους αποξένωσης, πολλοί άνθρωποι χρειάζονται απεγνωσμένα προσοχή. Για να την αποκτήσουν επινοούν τη ζωή τους, όπως λέει και η ταινία. Και την επινοούν κατά τρόπο, αυτόχρημα κίβδηλο μεν, φαντασμαγορικό (όπως καταλαβαίνουν) δε. Όταν κύριο μέλημά σου είναι να βλέπεις τους πάντες περιδεείς δορυφόρους σου, δεν αποκλείεται όχι μόνο να βρεθείς σε μια αέναη κινητοποίηση αυτο-εφεύρεσης, ούτε απλά στην καρδιά του κινδύνου να πιστεύεις το παραμύθι σου, αλλά και να επιμένεις αμετανόητος, ακόμη και εκτιθέμενος, για το δίκιο σου. Ανθρώπινα πράγματα, καλό να μην κρίνουμε, καλό όμως και να επισημαίνουμε κριτικά τα φαινόμενα.

Σε έναν κόσμο οσφυοκαμπτών που ενστερνίζονται εκ του ασφαλούς ηρωικότητα, ο Μάρκο ενίσχυσε αυτούς που ισχυρίζονται ότι η επανάσταση ευκολότερα αναπαρίσταται παρά πράττεται

Κάπως έτσι φαίνεται να ήταν η περίπτωση του Ενρίκ Μάρκο. Με μια όψη ανάμεσα κάπελας και εργατοπατέρας φίλιας κινηματο-κυβέρνησης (ονόματα δε λέμε), ένα λέγειν μεταξύ ευγενούς και σεμνοδείχνουσας πειθούς και μασκαράτας που μόλις καμουφλάρει έναν παθολογικό εγωκεντρισμό, ο Μάρκο (του πειστικού Έντουαρντ Φερνάντεζ, με τις 14 υποψηφιότητες και τα 4 Γκόγια – το ένα εδώ) αποτελεί μια εύληπτη και μαζί διαφεύγουσα φυσιογνωμία. Εύληπτη γιατί ο άνθρωπος υπήρξε απατεώνας διαμετρήματος, που κορόιδευε επιζώντες του ναζισμού, αναρριχήθηκε στην ιεραρχία μιας συνταρακτικού χαρακτήρα Ένωσης, είχε πάρε-δώσε με την ισπανική κυβέρνηση και υποδαύλισε θεωρίες (που καλώς γνωρίζουμε και από εγχώρια παραδείγματα) αρνητών του Ολοκαυτώματος, των στρατοπέδων συγκέντρωσης ή κάθε είδους αντιστασιακής πράξης. Σε έναν κόσμο οσφυοκαμπτών που ενστερνίζονται εκ του ασφαλούς ηρωικότητα, ο Μάρκο ενίσχυσε αυτούς που ισχυρίζονται ότι η επανάσταση ευκολότερα αναπαρίσταται παρά πράττεται.

Είναι όμως και μια διαφεύγουσα φυσιογνωμία ο πρωταγωνιστής. Και έστω και ακροθιγώς η ταινία, που κατά τον τρέχοντα ισπανικό σινε-κανόνα είναι ένα αριστείο αφήγησης που κάπως συγχέει την επιδερμίδα της περιγραφικής δεινότητας με τα σωθικά μιας εμβάθυνσης (το ένα θέλει καλό μοντάζ, το άλλο καλή σκηνοθεσία), μόλις ψηλαφεί στην πετυχημένη coda της. Διότι παρά τα ποταπά του κίνητρα, ο Μάρκο έστρεψε το ενδιαφέρον στον σημαντικό σκοπό που (έκανε ότι) υπηρέτησε. Διότι με τις πράξεις του γεννά μια κουβέντα περί του ότι δεν εξαπάτησε για να βγάλει λεφτά αλλά για να ικανοποιήσει την ανάγκη του να είναι στο επίκεντρο ενός θαυμασμού. Διότι, πιο σύνθετα ίσως, η ιστορία του επισημαίνει την παράξενη, απαξιωμένη εποχή μας (που είναι λόγω social media ακόμα πιο απαξιωμένη από την εποχή του σκανδάλου) κατά την οποία ένας άγιος σκοπός που βοηθήθηκε, μπορεί να τορπιλιστεί και αμαυρωθεί λόγω κακής επικοινωνίας μολονότι άγιος παραμένει. Στις παρυφές του δε το θέμα, σήμερα περισσότερο από ποτέ, γεννά και μια περαιτέρω διερώτηση περί μιας εποχής όπου το σαλαμανδρικό «φαινόμενο ‘Ζέλιγκ’», που είδαμε στην έξοχη ταινία του Γούντι Άλεν από το 1983, ξεγλιστρά από την (ενίοτε νοσηρή) ανάγκη του να ταιριάζεις, να εναρμονίζεσαι και να ανήκεις και μεταλλάσσεται ανεξέλεγκτα σε σπουδαιοτατική ανάγκη κυριαρχίας, πανταχού παρουσίας και δημολατρείας.

Δεσμευμένοι από τα περιστατικά, ίσως, οι δημιουργοί της ταινίας δεν κατάφεραν να διερευνήσουν την παραπάνω παθολογία, αντίθετα την υπέταξαν, κάπως δημαγωγικά είναι αλήθεια, σε μια «ανελέητη» προσωπογραφία ενός απατεώνα. Οπωσδήποτε, οφείλω να πω, υπάρχουν οι θεατές εκείνοι που θέλουν την «πραγματική τους ιστορία» στο σινεμά όσο πιο ακριβή, διευκρινισμένη και σαφή συναισθηματικά γίνεται. Και υπάρχουν και οι λοιποί που προτιμούν μια κάποια άλωση από το μυστήριο, μια καταγραφή της ανθρώπινης ατέλειας, μια αποφυγή της συναισθηματικής μεροληψίας, αφού (θεωρούν) σχεδόν πάντα όχι μόνο πως η πραγματικότητα κρύβεται, ούτε απλά ότι ο θεατής είναι προτιμότερο να σκέπτεται θέσεις αντί να χωνεύει απαντήσεις. Αποζητούν επιπρόσθετα μια τέχνη που μπορεί ακόμα και να αλλοιώσει την πραγματικότητα προκειμένου να φτιάξει μια ιστορία για εμάς και την σχέση μας με τον κόσμο, η οποία μπορεί να βρεθεί πιο κοντά στην αλήθεια από όσο οιαδήποτε «πραγματικά περιστατικά». Ως προς αυτό, και όπως προσέλαβα το έργο, θα ήθελα λίγη περισσότερη συμπάθεια και κατανόηση στον (σαφώς villain) αντιήρωά της, ούτως ώστε αυτή η αλήθεια, η οποία είναι μάλιστα και περισσότερο ενωτική παρά διχαστική, να φανεί λίγο πιο έντονα στην αίσθηση των τίτλων τέλους. Κάποτε, υποστηρίζω, να καταλάβουμε ότι η τιμωρία, απαραίτητη οπωσδήποτε, δεν πρέπει να επισκιάζει την κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Μάρκο: Μια Επινοημένη Αλήθεια
  • Μάρκο: Μια Επινοημένη Αλήθεια