F1: H Tαινία - ταινιες , παιζονται τωρα || cinemagazine.gr

F1: H Tαινία

F1: The Movie

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2025
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΗΠΑ
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Tζόζεφ Κοζίνσκι
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Έρον Κρούγκερ
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Μπραντ Πιτ, Ντάμσον Ίντρις, Κέρι Κόντον, Χαβιερ Μπαρδέμ
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Κλαούντιο Μιράντα
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Χανς Ζίμερ
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 155'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Tanweer
    F1: H Tαινία

Ξεπεσμένος παλαίμαχος οδηγός της Φόρμουλα 1 επιστρέφει για να στρώσει το νέο ταλέντο και να σώσει την ομάδα σε ένα γρήγορο καλοκαιρινό υπερθέαμα που κερδίζει μια θέση στο βάθρο των σύγχρονων καλοκαιρινών μπλοκμπάστερ

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Δεν είναι μόνο ο Σόνι Χέιζ, ο βετεράνος οδηγός της ταινίας, που επιστρέφει στα γκραν πρι λαβωμένος, μα διψασμένος έπειτα από τριάντα χρόνια, αλλά και ο μεγαλοπαραγωγός Τζέρι Μπρουκχάιμερ, έχοντας υποστεί πριν από τρεις δεκαετίες μια (σχετική) εισπρακτική ήττα στο πεδίο του κινηματογραφημένου μηχανοκίνητου αθλητισμού με το «Days of Thunder». Ο Μπρουκχάιμερ θεώρησε ότι είναι ευνοϊκότερες οι συνθήκες για να ευδοκιμήσει στα ταμεία μια τέτοια ταινία, καθώς από το 2017, που η διοργάνωση της Formula 1 πωλήθηκε στην αμερικανική Liberty Media έναντι αστρονομικού ποσού, το σπορ έχει γίνει πιο αγαπητό στη νευραλγική για τα κινηματογραφικά ταμεία αμερικανική αγορά. Ταυτόχρονα, το πρωτάθλημα έχει αποκτήσει μεγαλύτερη διείσδυση στο νεανικό κοινό διεθνώς, αξιοποιώντας τα social media, προσθέτοντας πρόσωπα στα γραφικά στην οθόνη, συστήνοντας  περισσότερο τους οδηγούς και λανσάροντας το reality «Drive to Survive» στο Netflix.

Στο σύμπαν της ταινίας αγωνίζεται μια 11η ομάδα, όχι η Cadillac, που έχει φυλάξει μια θέση στα pits για του χρόνου, αλλά μια φανταστική, η Apex – το όνομα δεν αναφέρεται μόνο στην κορυφή της στροφής, είναι ένα από τα πολλά στοιχεία περήφανου, αλλά ποτέ «τοξικού»  machισμού της ταινίας. Βρισκόμαστε στα μισά του πρωταθλήματος, η ομάδα δεν έχει κερδίσει ούτε έναν πόντο στο πρωτάθλημα κατασκευαστών στα τρία χρόνια λειτουργίας της, και ο ιδιοκτήτης της, ένα πλούσιος πρώην οδηγός, πρόκειται να χάσει τα ηνία της, έαν μέχρι το τέλος δεν τερματίσει στην πρώτη θέση ενός γκραν πρι κάποιος οδηγός του. Έτσι, απευθύνεται στον πρώην ομόσταυλό του, έναν άλλοτε ταλαντούχο, ριψοκίνδυνο και ελαφρώς απερίσκεπτο οδηγό, που τσάκισε την καριέρα του σε ένα τρομακτικό ατύχημα.

Μπορεί ο Μπαρδέμ, που υποδύεται με μπρίο τον ιδιοκτήτη – και έχει και την «lisan al gaib» στιγμή του-, να επικαλείται παραδείγματα πενηντάρηδων που αγωνίστηκαν στη Formula 1, ωστόσο αυτά ανήκουν σε ένα μακρινό παρελθόν, με διαφορετικά οχήματα και διαφορετικές συνθήκες αγώνων. Όσο καλή φυσική κατάσταση κι αν έχει ένας πενηντάχρονος σήμερα, δύσκολα θα άντεχε τα φρεναρίσματα πριν τις στενές στροφές, που κάνουν στο σώμα ό,τι ένα τρακάρισμα με ταχύτητα 40 χιλιομέτρων στον μέσο άνθρωπο ή τις περίπου 500 φορές που πατιέται πλήρως ανά αγώνα το φρένο – μια ενέργεια που απαιτεί δύναμη περίπου 100 κιλών στο αριστερό πόδι. Κι αυτό υποδεικνύει ότι μέλημα των δημιουργών δεν ήταν να πλάσουν την απόλυτη ταινία που γυρίστηκε για τη Formula 1, τουλάχιστον όχι όπως τη φαντάστηκε ο σκληροπυρηνικός φαν του αθλήματος.

Ούτε ελεύθερα δοκιμαστικά, ούτε κατατακτήριες δοκιμές θα παρακολουθήσετε, η δράση περνάει κατευθείαν στο ψητό, στα γκραν πρι, με το σενάριο του Έρον Κρούγκερ να επιστρατεύει τους συνήθεις ανατρεπτικούς ελιγμούς του ώστε να κρατήσει το ευρύ κοινό στην τσίτα, παίζοντας στα όρια των κανονισμών, όπως ο χαρακτήρας του Σόνι Χέιζ. Ο τελευταίος, μαζί με τον ομόσταυλό του Τζόσουα Πιρς, έναν rookie παραδομένο στην έπαρση της νιότης και του εμφανούς (και στον ίδιο) ταλέντου, αποτελούν το επίκεντρο του δράματος. Οι δυο τους πρέπει να μάθουν να λειτουργούν συναγωνιστικά και ουχί ανταγωνιστικά και η σχέση τους θα περάσει από χίλια μύρια κύματα, μέχρι να φτάσει στο επιθυμητό σημείο για την αφήγηση - και για τον θεατή.

Ομολογουμένως, το εγχείρημα έμοιαζε κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Τομ Κρουζ, που έχει και κινηματογραφικό ιστορικό πίσω από το τιμόνι στο προαναφερθέν «Days of Thunders». Ωστόσο, δεν μπορείς να φανταστείς την περσόνα του Κρουζ να ξεστομίζει τη λέξη «η ελπίδα δεν είναι στρατηγική» - ενώ ο Γουίλι Μπιν του «Moneyball» θα την έλεγε. Κι έπειτα, εκείνη την καταπληκτική, αλά Μάικλ Μαν σκηνή στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου στο Λας Βέγκας, ο Κρουζ θα την απέδιδε πιο επιτακτικά. Η χαλαρότητα του Μπραντ Πιτ, που μοιάζει κατακτημένη μέσα από πολλά πισωγυρίσματα και απανωτές σφαλιάρες, φέρνει πιο αποδοτικά αποτελέσματα, καθώς υφέρπει μια στρώση μελαγχολίας πίσω της.

Ο Τζόζεφ Κοζίνσκι δεν αξιοποιεί μόνο τον μαγνητισμό του Μπραντ Πιτ, κινηματογραφεί όλους τους βασικούς παίχτες του σαν σταρ – καιρό είχες να δεις τον Μπαρδέμ τόσο γοητευτικό, επιτέλους κάποιους διέγνωσε το star quality της Κέρι Κόντον - στο πλαίσιο μιας κινηματογραφικής αναδρομής σε ένα άλλου τύπου εμπορικό σινεμά, όταν το πρόσωπο είχε εξίσου μεγάλη σημασία, αν όχι μεγαλύτερη, με τα εφέ και τη δράση. Ωστόσο, για την τελευταία θα κόψει εισιτήριο ένα μεγάλο μέρος του κοινού και ευτυχώς δεν θα φύγει απογοητευμένο από την αίθουσα.

Όπως και στην περίπτωση του «Top Gun: Maverick», το θέαμα κερδίζει από την εμπλοκή των ίδιων των ηθοποιών στη δράση, από τη γνώση ότι μέσα στα μονοθέσια βρίσκονται όντως οι Μπραντ Πιτ και Ντάμσον Ίντρις, αγωνιζόμενοι πλάι σε έμπειρους οδηγούς και σε συνθήκες κανονικού αγώνα. Ο ρεαλισμός, που έταξαν οι συντελεστές, δεν έγκειται στην ανάδειξη της τεχνικής λεπτομέρειας, αλλά στην κατάδειξη της έντασης πίσω από το τιμόνι, μέσα από μια κινηματογράφηση (σχεδόν) in real time. Kαι είναι ο (τόσο ευπρόσδεκτα) παλιομοδίτικος τρόπος που αντιλαμβάνεται ο Κοζίνσκι τον συνδυασμό εικόνας και ήχου, η παραγγελιά στον Χανς Ζίμερ να υφάνει score πλησιέστερο στη δουλειά των Daft Punk και των M83 σε προηγούμενες ταινίες του - το καλύτερο σάουντρακ του Ζίμερ από την εποχή του «Interstellar» - και να παραμερίσει τη μουσική υποκατάσταση του ρυθμού και να αφεθεί στην αβάσταχτη γοητεία της μελωδίας, που εξασφαλίζει στην ταινία μια θέση στο βάθρο των σύγχρονων, «αποδραστικών» καλοκαιρινών μπλοκμπάστερ.

Υπάρχουν σκηνές ικανές να γεννήσουν συναισθήματα οπαδικά και να φέρουν συμπεριφορά κερκίδας στην αίθουσα, υπάρχουν και σκηνές που κρατάς την ανάσα σου – το τελευταίο πεντάλεπτο του 24ου γκραν πρι. Κυρίως, υπάρχει η σιγουριά όλων των συντελεστών ότι με μια διαχρονικά δοκιμασμένη συνταγή, έμφαση σε κάθε λεπτομέρεια της κατασκευής και υπενθύμιση της αξίας και της χρησιμότητας των σταρ, μπορεί να επανέλθει εκείνο το περιζήτητο «fun at the movies», αλλά κερδισμένο με κόπο, σκληρή δουλειά, κινηματογραφική γνώση και αναλογική κινηματογράφηση, σε πείσμα της κυριαρχίας της προχειρότητας και τη εδραιωμένης «θα το φτιάξουμε στο post-production» mentalité. Προτείνουμε να  παρακολουθήσετε την ταινία στη μεγάλη οθόνη και με το καλύτερο δυνατό ηχοσύστημα.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • F1: H Tαινία
  • F1: H Tαινία