Βλέπω τον Θάνατο σου 6: Δεσμοί Αίματος

Διασκεδαστική επάνοδος μιας μεγάλης δόξας των mutlipex, που έχρισε τον Θάνατο βασιλιά των απανταχού κινηματογραφικών (και μη) serial killers.
Στην αρχική εκδοχή του σεναρίου του «Final Destination», oι άνθρωποι που γλυτώνουν τελευταία στιγμή από ένα αεροπορικό δυστύχημα, χάρη στο προμήνυμα ενός, ήταν παντελώς άγνωστοι μεταξύ τους. Η ιδέα προσαρμόστηκε στην τρέχουσα τάση της (τότε) εποχής, τα teen horror, οι χαρακτήρες αντικαταστάθηκαν με μαθητές της ίδιας τάξης ενός Λυκείου κι έτσι χάθηκε η ευκαιρία να υπογραμμιστεί εντονότερα η αόρατη γραμμή που μας ενώνει όλους απέναντι σε εκείνο που λογαριάζουμε ως τυχαιότητα – αλλά για την απέναντι πλευρά κάθε άλλο παρά τέτοια είναι. Δεν ήταν η πρώτη φορά που το franchise του «Final Destination» θα ακολουθούσε τα κινηματογραφικά trends των καιρών του. Είδαμε, για παράδειγμα, τα αιματηρά πλάνα του Θανάτου και σε τρισδιάστατη εκδοχή, σε μια πραγματικά φριχτή ταινία, ενώ η τωρινή του έκτη εξόρμηση στα multiplex υπερτονίζει το gore στοιχείο, το κάφρικων διαθέσεων αιματηρό punchline, καθώς ανάλογα στιγμιότυπα αναπαράγονται στο tiktok και βοηθούν τη δημοφιλία (και τις εισπράξεις) της ταινίας. Είναι κι αυτό ένα σημείο των καιρών και μια ένδειξη της αλλαγής των κινηματογραφικών ηθών.
Αν στα ‘80s, που η γλαφυρή βία είχε γίνει κανόνας στον mainstream τρόμο, η νεολαία πήγαινε στο σινεμά με κίνδυνο να εκτεθεί σε μια τραυματική εικόνα – ή μάλλον ακριβώς γι’αυτό τον κίνδυνο- κι αν στα ‘00s το σινεμά έπρεπε να ανταγωνιστεί την εικονογραφία φρίκης που κυριαρχούσε στις ειδήσεις, στα ‘20s o κίνδυνος για τους νεαρούς θεατές δεν προκύπτει από όσα βλέπουν στην οθόνη, καθώς γνωρίζουν από πριν ότι θα έρθουν μέσω του tik-tok, αλλά από την «σκηνοθετημένη» αντίδραση τους σε αυτά, χάριν καταγραφής και σοσιομιντιακής ανάρτησης, που κάλλιστα μπορεί να προκαλέσει τραυματισμούς στον άμαχο πληθυσμό - από αιωρούμενα κουτάκια αναψυκτικών ως αδέσποτους βραχίονες που κινούνται έξαλλα, αιτούμενοι τα 15 παραπάνω likes δημοσιότητάς τους. Από μια πλευρά θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ο τρόμος στο σινεμά έχει γίνει πιο επικίνδυνος από ποτέ.
Προσπερνώντας τα ως άνω παρακινηματογραφικά, η έκτη αυτή ταινία διαθέτει δυο σεκάνς ανθολογίας, μία εκείνη της αρχικής καταστροφής και μία στο νοσοκομείο με τον μαγνητικό τομογράφο, την οποία δεν μπορεί να ανταγωνιστεί σε ευρήματα η αναιμική τελική αναμέτρηση, για να σώσει την κατάσταση η καθιερωμένη, σαδιστικά σκωπτική κατακλείδα που αγκαλιάζει την υπερβολή. Ασφαλώς, το αποτέλεσμα θα μας άρεσε λιγότερο, αν οι δημιουργοί του έχτιζαν τα set-pieces τους με γνώμονα αποκλειστικά το αιματηρό punchline τους – σαν το (επί της ουσίας )ανέμπνευστο «Terrifier» - και οχι εστιάζοντας στο build-up, μέσω της σύστασης ταυτόχρονων, διαφορετικών παραγόντων κινδύνου και της διόγκωσης του σασπένς μέχρι κάποιος από αυτούς να εκπληρώσει τον σκοπό του - ή να αποτύχει πρόσκαιρα.
Επίσης, αυτή τη φορά η παραγωγή έχει στη διάθεση της και καστ που φαίνεται να δικαιούται κάτι παραπάνω στο μέλλον από πιλότο στο CW, αν στήριζε δε και το χειροποίητο εφέ έναντι του CGI, το οποίο υπονομεύει ελαφρώς την επιμέλεια στο στήσιμο, θα ήμασταν ακόμα πιο ευχαριστημένοι. Όσο για την ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζει η ταινία το ζήτημα του θανάτου και τη θετική ψήφο της σε ψυχαγωγία βασισμένη σε αιματηρά «ατυχήματα», ενίοτε κινούμενα στα όρια του σλάπστικ, η απάντησή μας είναι πως εκεί έγκειται και η βασική αρετή της. Αυτή είναι η λειτουργία ανάλογων εγχειρημάτων, μας προτρέπουν να γελάσουμε σε βάρος του θανάτου, να ξεκαρδιστούμε με τους χίλιους μύριους τρόπους που ο τελευταίος μπορεί να μας πάρει και να ξορκίσουμε για λίγο τη μεγάλη ανθρώπινη τραγωδία. Μέχρι να έρθει η σειρά μας, φυσικά.