Σκιές στον Ήλιο
Islands

Ένα καλοκαίρι στις Κανάριες Νήσους, ο ξεπεσμένος τενίστας Τομ διδάσκει τένις το πρωί και πίνει να ξεχαστεί όλη την υπόλοιπη ημέρα. Ο ερχομός μιας οικογένειας Άγγλων, όμως, θα φέρει στη ζωή του πράγματα που είχε ξεγραμμένα. Απολαυστικό, ατμοσφαιρικό ψυχολογικό θρίλερ, που δεν θα ικανοποιήσει άπαντες αλλά για ένα πιο προπονημένο κοινό βρέθηκε η έκπληξη του καλοκαιριού.
Το πόσο μεγάλη υπόθεση είναι να έχεις σενάριο, μεθοδικό σκηνοθέτη με σχέδιο και ιδέες και μια παραγωγή που αντιλαμβάνεται την σημασία του χώρου, αποδεικνύεται στην ταινία του Γερμανού Γκέρστερ που, δυστυχώς, άργησε να διαδεχθεί την εκλεκτή «Lara» του (2019), αλλά και πάλι απέδειξε ότι δεν είναι αλεξιπτωτιστής.
Έχοντας πει αυτά, οφείλω εξαρχής να ενημερώσω ότι η ταινία δεν είναι για όλα τα γούστα. Παρότι θρίλερ, παρότι καλοκαιρινού φωτός, παρότι ευειδών πρωταγωνιστών, παρότι ακόμα-ακόμα στα ίχνη ενός κλασικού «τι συνέβη;» μυστηρίου – που δεδομένα κάποιους θα παραπέμψει στην Πατρίτσια Χάισμιθ, λένε και Τομ τον πρωταγωνιστή! – η ταινία δεν επιθυμεί να δώσει την ψυχή της στην ανατροπή και την αποκάλυψη. Άλλες είναι οι βλέψεις της. Το ένα μέρος τους είναι ψυχόδραμα αμπαλαρισμένο φωτογένεια, το άλλο μέρος τους μια καθ’ όλα «αναποδογυριστική» ανάγνωση, την οποία και δεν μπορείς να μοιραστείς σε ένα κείμενο προορισμένο να διαβαστεί (…) πριν την προβολή της ταινίας. Αν πάντως αυτά τα δύο σας έλκουν επί της αρχής, η ταινία δικαιώνει τις προσδοκίες και είναι πράγματι μια έκπληξη στον συνήθως βουρκώδη εγχώριο θερινό προγραμματισμό (νέων ταινιών).
Κάποιες φορές το στυλ επιβάλλεται στο δια ταύτα, κάποιες ακόμα καλύτερες το κρύβει και τόσο επιμελώς που να το πολλαπλασιάζει
Για τους πιο εργαστηριακούς σινεφίλ-λύτες υπάρχει μια θαυμάσια πρώτη ώρα, ένα υπόδειγμα αφήγησης, αναστολής της αποκάλυψης, χαρακτηρολογίας, λεπτομερειών και, ιδίως, ατμόσφαιρας που οι «παλιομοδίτες» (όπως λέμε πια τους καλόγουστους) θεατές όχι μόνο θα εκτιμήσουν αλλά θα εκπλαγούν με πόση γνώση γυρίστηκε. Η δεύτερη ώρα δεν φαντάζει στο ίδιο ύψος, κυρίως επειδή όπως και να ‘χει είσαι «προγραμματισμένος» να περιμένεις ανατροπές. Δεν θα τις πάρεις, όχι με την μορφή που θα υπέθετες. Εκείνο που θα πάρεις είναι όμως και πάλι μια ρυθμισμένη σωστά δραματουργία, η οποία έχει βαθιά επίγνωση ποιανού την ιστορία αφηγείται και πώς θα καταφέρει να λειτουργεί σε όλη της διάρκεια σε δύο επίπεδα εν γένει ερμηνειών όσων βλέπουμε.
Για να βοηθηθούμε, για να κοινωνήσουμε, ο Γκέρστερ αφήνει με την πραότητα του δεξιοτέχνη ψιχουλάκια εδώ κι εκεί. Άλλοτε είναι αμφίσημος διάλογος. Άλλοτε, ακόμα καλύτερα, είναι μια διακόσμηση (προσέξτε έναν πίνακα), ένας κινηματογραφικός φακός (δείτε την σκηνή στο καφέ προς το τέλος), μια σκηνή που σε αποσταθεροποιεί, μια στιγμή στη δράση που αποκρύπτεται έντεχνα. Τέτοια σημεία είναι ενδείξεις σκηνοθετικού σχεδίου και αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό που σέβεται την τέχνη και εκτιμά τον θεατή. Είναι αλήθεια ότι κάτι τέτοιο είναι βαθιά αδιάφορο στον μέσο θεατή, εσείς όμως που φτάσατε έως εδώ στο κείμενο δεν είστε τέτοιοι, είστε από εκείνους που θέλουν τις ταινίες τους διοράματα πραγματικά, χωρίς απαραίτητο τον νταλκά του «αριστουργήματος», ούτως ώστε να βρίσκετε την δεκτικότητα των ερμηνειών, ή, πιο ορθά-κοφτά, την δυνατότητα να ζήσετε εντός τους απολαμβάνοντας προνομιακά μια γεωγραφία (ανθρώπινη και εδαφική) που σας περιλαμβάνει. Κάποιες φορές το στυλ επιβάλλεται στο δια ταύτα, κάποιες ακόμα καλύτερες το κρύβει και τόσο επιμελώς που να το πολλαπλασιάζει.
Εύγε!