Η Απόφαση - ταινιες , παιζονται τωρα || cinemagazine.gr

Η Απόφαση

Le Choix

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2024
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Γαλλία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ζιλ Μπουρντός
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Μισέλ Σπινοζά, Στίβεν Νάιτ
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Βενσάν Λιντόν, ενώ ακούγονται μεταξύ άλλων οι Εμανουέλ Ντεβός, Πασκάλ Αρμπιγιό, Γκρεγκορί Γκαντμπουά, Σεντρίκ Καντέ
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Μαρκ Λι Πινγκ-Μπινγκ
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Μισέλ Πιελ
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 78'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Spentzos Films
    Η Απόφαση

Ένας μηχανικός ταξιδεύει προς το Παρίσι. Στην διαδρομή θα έχει χάσει την δουλειά, την σύζυγο, την οικογένεια και την ζωή του όπως την ήξερε. Γαλλική μεταγραφή του «Σε Λάθος Χρόνο» του Στίβεν Νάιτ, με τον ακόμα καταλληλότερο Βενσάν Λιντόν στην θέση του Τομ Χάρντι.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Η κριτική αντίρρηση επί του υλικού του «Locke» του Στίβεν Νάιτ είναι εύλογη και λίαν κατανοητή: Είναι ένα προκλητικά κατασκευασμένο σχήμα, το οποίο πρακτικά υλοποιεί σε ακραίο βαθμό την συνθήκη όλων των αφηγηματικών ταινιών που θέλουν να παρακολουθούμε τους «ήρωες» στην πιο κρίσιμη στιγμή της ζωής τους, αυτήν που περιέχει όλο το δράμα και την ουσία που τους μεταλλάσσει ψυχολογικά, κοινωνικά, υπαρξιακά. Τηρώντας δε και τον αριστοτελικό ορισμό ενότητας χώρου, χρόνου και δράσης, είναι μια by the book άσκηση κινηματογράφου. Είναι επόμενο οι λάτρεις ενός ρεαλισμού να αντιδράσουν βλέποντας με πόσους τρόπους ο πρωταγωνιστής θα μπορούσε να μην είναι σε αυτή τη θέση, ικανοποιώντας και όλα τα δραματουργικά δεδομένα, είναι όμως και εξίσου λογικό οι πιστοί του…σινεμά να αποκριθούν «αναστολή της δυσπιστίας, κύριοι». Μολονότι σαφώς συντάσσομαι με τους δεύτερους, κατανοώ ότι η «μεγάλη ταινία» οφείλει να είναι λιγότερο ευάλωτη σε τόσο εύλογη κριτική.

Έτσι λοιπόν, παρότι όπου σταθώ κι όπου βρεθώ εκφωνώ το «Locke» σαν μια μεγάλη ταινία, ξέρω ότι δεν είναι. Είναι όμως μια μεγάλη ιδέα ηθικολογικής τέχνης, τέλεια εκτελεσμένης στα σημεία. Μια σπουδαία ταινία χαρακτήρα, ηθικής πυξίδας και «συντροφιάς» αν θέλεις, στο να ζεις τη ζωή σου όσο καταλαβαίνεις καλύτερα, σωστότερα απέναντι στον διπλανό, στο καθήκον, στον άνθρωπο που θέλεις να είσαι. Θα κάνεις λάθη, ίσως πολλά. Κάποια μεγάλα. Ένα από αυτά, για τον μεσοαστικό δυτικό πολιτισμό μας, έχει κάνει ο Άιβαν Λοκ. (Τζόναθαν Κρος στην γαλλική εκδοχή – μια εξαιρετικά συμβολική μετάφραση του χαρακτήρα ως ενός προτύπου αφοσίωσης και «άνωθεν δοθέντος» – ο βιβλικός Ιωνάθαν - που πρέπει να κάνει ένα πέρασμα - cross - για να δοκιμαστεί.) Ο οποίος απάτησε μια φορά τη γυναίκα του και τώρα η «άλλη γυναίκα», η οποία δεν έχει την παραμικρή συναισθηματική σημασία γι’ αυτόν, γεννάει το παιδί του. Και πηγαίνει να της σταθεί. Η ίδια βραδιά της ταινίας μας όμως είναι και η προηγούμενη μιας απόλυτα σημαντικής ημέρας στη δουλειά, που θα του στοιχίσει την θέση του, όμως αυτός κάνει ότι μπορεί για να ολοκληρωθεί η εργασία παρότι πλέον απολυμένος. Κι όλα αυτά μέσα σε ένα αυτοκίνητο, στον δρόμο για ένα μαιευτήριο του Λονδίνου (Παρισιού, εδώ) και ενώ τα παιδιά του τον περίμεναν να δουν έναν ποδοσφαιρικό αγώνα που, ειδικά στην εγγλέζικη ταινία, έχει μια παραπάνω δραματουργική βαρύτητα.

Καθώς η ταινία του Μπουρντός είναι μια σκηνή-σκηνή ανασκευή της πρωτότυπης ταινίας, άρα δεν θα μπορούσε να εκτιμηθεί ως ανώτερη της πρώτης, είναι σαφές ότι οι μικρές διαφορές προτείνονται για μάθημα παρακολούθησης. Από τη μια κινηματογραφικής ερμηνείας κι από την άλλη σκηνοθεσίας.

Ο μοναδικός ρόλος που βλέπουμε, γιατί υπάρχει και μια σειρά εκλεκτών ραδιοφωνικών ερμηνειών (προσωπικά προτίμησα τις γαλλικές), είναι ένας μεγάλος ρόλος. Θα χρειαστεί να κρατήσει το βλέμμα του θεατή για 80 λεπτά πάνω του, θα χρειαστεί να αντέξει την τάση μας για επίκριση αλλά και να δικαιώσει την «κινηματογραφική» στοργή μας. Θέλει έναν ηθοποιό κλάσεως που με λίγα κάνει πολλά, κάποιον που δεν θα δημαγωγεί υπερκινούμενος μορφάζοντας και φωνασκώντας. Πριν από 80 χρόνια θα ήθελε τον Σπένσερ Τρέισι. Πριν από 30 τον Τόμι Λι Τζόουνς. Ή έναν Άντονι Χόπκινς στα υποδηλωτικά μεγάλα του. (Άριστη επιλογή θα ήταν ένας Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν κι ένας Ντάνιελ Ντέι Λιούις – αλλά αυτοί κατέστησαν πάντα εκπληκτική μια επιλογή με το που την αποδέχθηκαν.) Σήμερα ο Βενσάν Λιντόν είναι μια τέλεια επιλογή. Καθώς μάλιστα η ταινία μεγαλώνει ηλικιακά τον χαρακτήρα (μεσήλικος 60άρης, αντί νέος 35άρης), άρα επιτείνονται και τα στοιχήματα ζωής που θα χαθούν, η κούραση του προσώπου, η μεγάλη αξιοπρέπεια που εκτοξεύει σε δέσμες ο Λιντόν και η καθαυτή ικανότητά του να κάνει όσο το δυνατόν λιγότερα με κινήσεις και μορφασμό, (μού) τον κάνουν ακόμα προτιμότερο από τον εξαιρετικό Χάρντι. Ο οποίος σε προβολή αμέσως μετά την γαλλική ταινία δείχνει πια λιγότερο εσωστρεφής. Όπως και να ΄χει, στον Λιντόν ο Μπουρντός βρήκε το λαχείο που κέρδισε. Το πρόβλημα πια θα ήταν το πώς θα τον κινηματογραφούσε.

Εδώ η ταινία υπολείπεται της πρωτότυπης, χωρίς πάντως να εγκλωβίζεται στην μετριότητα. Απλά ο Νάιτ και η μοντέζ του, Τζάστιν Ράιτ, καταφεύγουν μεν σε μια γοργότητα ρυθμού (η γαλλική ταινία είναι λίγο πιο αργή, αλλά και πιο αφαιρετική και πιο σύντομη) φτιάχνουν όμως ένα εντυπωσιακό σύστημα εικόνων, βασισμένων στην σύγχυση του φωτός και της διπλοτυπίας, οι οποίες απηχούν την κατάσταση του ήρωα και συνομιλούν διαρκώς με την ψυχολογία του θεατή. Εδώ, Μπουρντός και Γκι Λεκόρν «δουλεύουν» λιγότερο, έχεις έντονη την αίσθηση του CGI στο φόντο, αφήνουν ακόμα μεγαλύτερο βάρος στο γραπτό της πλοκής και το βλέμμα του Λιντόν αφήνοντας μια πιο θεατρική επίγευση σε μια ιστορία ευάλωτη βέβαια και σε αυτή την κριτική.

Τελικά όμως και η γαλλική ταινία αποφεύγει τον ύφαλο – που ίσως η στερεοτυπικά εννοούμενη «γαλλική φλυαρία» έφερνε κοντύτερα. Ίσως ακόμα εντονότερα από την πρώτη ταινία συνθέτει έναν κόσμο, περισσότερο από άλλοτε επίκαιρο, που τα λάθη δεν συγχωρούνται, που το να κάνεις αποφασιστικά το σωστό – έστω και μέσα από ένα σφάλμα – δεν εκτρέπει το ποτάμι. Οι «άλλοι» έχουν την δική τους αίσθηση του δέοντος, περισσότερο ακόμα περιφρουρούν το δικό τους αλάθητο, η έννοια του φοράω τα παπούτσια του άλλου μοιάζει περισσότερο από ποτέ απομακρυσμένη. Σε μια ζωή όμως που αποφασίσαμε ότι «κανείς δεν είναι τέλειος», σε μια πραγματικότητα που ορίζεται από γεγονότα, τραύματα και παραλείψεις, ο χαρακτήρας του Νάιτ είναι ένας πραγματικός δίχως εισαγωγικά ήρωας, κάποιος δηλαδή που επιλέγει να δει και να διορθώσει το λάθος του, να κάνει το πρέπον (ή τέλος πάντων αυτό που του επιτάσσει η συνείδησή του) παρότι ξέρει ότι μπορεί να του στοιχίσει τη ζωή του όπως την ήξερε. Κι επειδή αυτό λείπει στην πραγματική ζωή μας, τι να κάνουμε, τιμούμε το σινεμά που αναπαραστατικά το αναπληρώνει.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Η Απόφαση
  • Η Απόφαση