The Toxic Avenger
The Toxic Avenger

Ριμέικ του μεγάλου σουξέ της Troma και ανορθόδοξη κατάθεση στο υπερηρωικό σινεμά, για την οποία ισχύει ό,τι για την πλειοψηφία των σύγχρονων ριμέικ: μετά από χρόνια θα λέμε ότι είχε γυριστεί κάποτε κι ένα τέτοιο και έπειτα θα καταφεύγουμε στην πρωτότυπη ταινία, δίχως να ασχοληθούμε παραπάνω με τη διασκευή της.
Είμαστε σε μια κινηματογραφική εποχή όπου το brand name συνιστά κεφάλαιο για μικρά και μεγάλα στούντιο. Βρισκόμαστε, επίσης, σε δυσμενούς καιρούς, με έξαρση του απομονωτισμού και της συντήρησης, με εγκλήματα πολέμου τελούμενα απροκάλυπτα στο φως, με πολεμικό κλίμα στον αέρα γενικώς ειδικώς, με διαρκή διεύρυνση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων. Η νοσταλγία του παρελθόντος (και η εξιδανίκευσή του, μιας και το δράμα του είναι αφομοιωμένο και όχι τρέχον) είναι ένας τρόπος απόδρασης, ίσως κι ένας από τους λόγους που οι επανεκδόσεις και οι προβολές event, που για χρόνια αφορούσαν ένα πιο niche κοινό, βλέπουμε να σπάνε ταμεία ακόμα και στις ΗΠΑ.
Εύλογα, ο συνδυασμός του brand name με τη νοσταλγία μπορεί να αποβεί εμπορικά ακαταμάχητος. Από τη μια είναι λίγο στενάχωρο να βλέπεις μια μικρότερη εταιρεία παραγωγής να διασκευάζει το «Toxic Avenger» και να ακολουθεί το τρέχον ρεύμα, όταν η φιλοσοφία κατασκευής και το σινεμά αναφοράς πίσω στα '80s ερχόντουσαν σε πλήρη αντίθεση με ό,τι παιζόταν στα multiplex, ήταν underground φθηνές παραγωγές που χάριζαν εξωφρενικές εικόνες σε λάτρεις του σινεμά φρίκης, δίχως τον φόβο της λογοκρισίας, συνήθως υπό το πρίσμα του χαβαλέ – δεν θέλουμε να πούμε περισσότερα για τις σπάνιες περιπτώσεις που «σοβάρευαν», για να μην κακοκαρδίσουμε τους φαν της Troma.
O νέος «Toxic Avenger», λοιπόν, παραμένει αντικορπορατικών διαθέσεων και αποκρουστικός στην όψη. Ιδωμένος υπό το πρίσμα του σημερινού κινηματογραφικού τοπίου, εκπροσωπεί μια χαβαλεδιάρικη, ανορθόδοξη εκδοχή υπερήρωα, ίσως και πιο εύστοχη στην παρωδία και στην ανατροπή του είδους σε σχέση με το «Deadpool», γιατί δεν καταχράται τη meta εξυπνάδα και δεν ενστερνίζεται την κατασκευαστική προχειρότητα των memes. Χονδρικά, αυτή είναι η δημιουργική κατεύθυνση του ριμέικ, σκεφτείτε ότι διαθέτει ακόμα και σκηνή μετά τα credits - SPOILERS ALERT: με μια ωραία συνταγή μαγειρικής, αξίζει να μείνετε.
Από εκεί και πέρα, η ταινία δεν καταφέρνει να ξεπεράσει δύο σκοπέλους. Ο ένας είναι ότι δεν αποτελεί γνήσια φθηνή κατασκευή αλλά απλώς μιμείται μια τέτοια επιστρατεύοντας μεγάλους σταρ και πολλαπλάσιο μπάτζετ. Ο άλλος ότι από ένα σημείο κι έπειτα τα ευρήματα έρχονται με χαμηλότερο ρυθμό ή επαναλαμβάνονται, καθιστώντας το θέαμα ελαφρώς «ανιαρό» - να ξεχωρίζουμε αυτή την ανία από την ανία του θεατή που πηγάζει από το γούστο, τη διάθεση, τη συγκέντρωση ή από άλλους λόγους, απολύτως άσχετους με την ταινία καθαυτή.
Το αποτέλεσμα σίγουρα ενδείκνυται για προβολές σε συνθήκες γαλαρίας. Από την άλλη, όπως συμβαίνει στις περισσότερες, αντίστοιχες περιπτώσεις, μετά από χρόνια θα λέμε ότι είχε γίνει κάποτε κι ένα ριμέικ της τάδε ταινίας και θα καταφεύγουμε στην πρωτότυπη, δίχως να ασχοληθούμε περισσότερο με τη μεταγενέστερη διασκευή της.