Μια σινεφίλ ταχυπαλμία: Το «The Day the Clown Cried» του Τζέρι Λιούις «βρέθηκε» στην Σουηδία - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
7:00
30/5

Μια σινεφίλ ταχυπαλμία: Το «The Day the Clown Cried» του Τζέρι Λιούις «βρέθηκε» στην Σουηδία

Μια θρυλική «χαμένη ταινία», μια πιθανότατα «ανολοκλήρωτη ταινία» επίσης, επανέρχεται στην επικαιρότητα ίσα για να μας προκαλέσει καρδιοχτύπια. Η φωνή της λογικής εξακολουθεί να λέει ότι δεν θα το δούμε ποτέ. Περισσότερα εντός. 

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Πρώτα-πρώτα μια διευκρίνιση: Παίρνουμε την είδηση από το World of Reel και είναι μια πραγματικά κακογραμμένη, επιπόλαιη και περίπου διεστραμμένη εκδοχή της πραγματικότητας η αναφορά που είδαμε. Η ταινία, σύμφωνα με τις πληροφορίες, δεν είναι αυτό που ο αρθρογράφος αναφέρει «η ιστορία ενός κλόουν σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης που διασκεδάζει εβραιόπουλα στον δρόμο για τους θαλάμους αερίων». Έλεος κάπου με την απλοποίηση προκειμένου να γραφτεί μια εξυπνάδα.

Για την ταινία έχουν γραφτεί κείμενα επί κειμένων και οι ενδιαφερόμενοι θα γνωρίζουν ήδη, ή προτρέπονται να το κάνουν.  Υπάρχει και ένα ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε στην περυσινή Βενετία, ονόματι «From Darkness to Light». Εν συντομία αυτή θα ήταν μια σουηδο-γαλλική παραγωγή, φτιαγμένη σε μια εκτεταμένη περίοδο δημιουργικής δύσπνοιας για τον Λιούις. Αν είσαι λάτρης, όπως ο υπογράφων, οι δύσπνοιες του Λιούις είναι 99% στο οξύμετρο του 90% των υπολοίπων δημιουργών, αλλα οφείλω μια αντικειμενικότητα. Οπωσδήποτε οι ταινίες του Λιούις από το 1965 και μετά επιδέχονται κριτικής.

Ωστόσο, και με δεδομένο ότι ο Τζέρι θεωρούσε τούτη την ταινία κηλίδα στην καριέρα του και δεν ήθελε ποτέ μα ποτέ να δει το φως της αίθουσας, πρέπει να πούμε ότι η τελευταία του ταινία, το «Cracking Up», είναι μια καθαρή vignette απόλαυση και, ως λάτρεις πάντα, θέλουμε να πιστεύουμε ότι τέτοιοι δημιουργοί έχουν ανά πάσα στιγμή μεγάλη ταινία μέσα τους. Σκεφτείτε που νόμιζαν οι κριτικοί τον Τζον Χιούστον το 1982 και τι σερί έκανε στα τρία τελευταία του, σκεφτείτε τι έλεγαν οι κριτικοί το 2002 για τον Κλιντ Ίστγουντ και τι συνέβη εν συνεχεία.

Συνεχίζουμε. Η ταινία του Λιούις ολοκληρώθηκε στα γυρίσματά της, όμως δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι μονταρίστηκε ποτέ τελικά. Πέρυσι τον Αύγουστο ακούστηκε ότι το υπάρχον υλικό (που ο Λιούις κατέθεσε το 2015 στο Κονγκρέσο με την ρητή οδηγία να μην βγει στην δημοσιότητα για τουλάχιστον 10 χρόνια, πέρυσι έληξε λοιπόν αυτό) προβλήθηκε σε έναν δημοσιογράφο που επιβεβαίωσε ότι η ταινία είναι πλήρως ημιτελής. Όλα αυτά τα χρόνια όμως όλο και αναζωπυρώνεται μια φήμη ότι κόπια υπάρχει, κάποτε ακουγόταν ότι οι Κάννες ετοιμάζονταν να την...προβάλουν, τίποτα δεν επιβεβαιώθηκε ως κάτι παραπάνω από ευσεβής πόθος ή σκέτη σπέκουλα μπας και ξεθαφτεί κάτι από μόνο του. 

Στην wikipedia διαβάζουμε ότι τώρα, στις 28 Μαΐου, κάποιος Χανς Κρίσπιν, έχει στην κατοχή του μια πλήρη κόπια εργασίας. Την έκλεψε λένε, και την κόπιαρε, και στις 8 πράξεις της, ενώ δούλευε στην Europafilm (μεταξύ των παραγωγών εταιρειών της ταινίας) το 1980. Το 1990 έλαβε μάλιστα και ένα απρόσμενο δώρο, αναφέρει το άρθρο, το οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ ήταν η εναρκτήρια πράξη, που ολοκλήρωσε το έργο. Ο ίδιος ο Κρίσπιν υποτίθεται έχει δείξει την ταινία σε καμμιά 20αριά ανθρώπους εδώ και 45 χρόνια, είναι λέει η ευχή και η κατάρα του το ότι την έκλεψε και μόνο αυτός ξέρει για ένα Άγιο Δισκοπότηρο του Κινηματογράφου.

Τι ισχύει από όλα αυτά; Δεν ξέρουμε, πραγματικά. (Εδώ είναι το άρθρο της wikipedia και στις παραπομπές - αριθμοί 5 και 6 - θα βρείτε τα σουηδικά άρθρα από τα οποία πήραμε κάποιες πληροφορίες για το παρόν κείμενο.) Μια αοριστολογία επικρέμεται πίσω από όλους αυτούς τους ισχυρισμούς.

Κρατάμε το αίνιγμα του μισού και πλέον αιώνα που την περιβάλλει, κρατάμε την επίσημη τουλάχιστον άρνηση του Λιούις που θεώρησε ότι ήταν μια μαύρη στιγμή του - και έκανε αρκετά χρόνια να ξαναγυρίσει ταινία και εν τέλει μόνο δύο κατάφερε έκτοτε - κρατάμε και αυτή την φανταστική ντετεκτιβίστικη αίσθηση που γυροφέρνει αυτές τις ιστορίες (Βασιλιάς τους: Η συνεχιζόμενη αναζήτηση των αυθεντικών «Υπέροχων Άμπερσονς») με καταραμένες ταινίες, με όνειρα που έμειναν λειψά, απραγματοποίητα ή ανεπιθύμητα τελικά από τους δημιουργούς τους. Είναι και αυτή η (καταραμένη) επίσης αίσθηση ότι με ένα τέτοιο φιλόδοξο υλικό ο Λιούις θα μπορούσε να βγάλει ανώτερο έργο. Θα μάθουμε, άραγε, ποτέ; Θέλουμε να μάθουμε;